Published on 16 Μαΐου 2018 | by Greekports
0Το plan B των ελληνικών εταιρειών για το Ιράν
Πηγή: kathimerini.gr
Εναλλακτικά σενάρια υποκατάστασης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στο Ιράν, είτε αυτή αφορά εισαγωγές, είτε εξαγωγές, είτε υπηρεσίες, εξετάζουν οι ελληνικές εταιρείες με συμφέροντα στη χώρα, ενόψει της ενδεχόμενης επιβολής κυρώσεων από τις ΗΠΑ.
Ο μεγαλύτερος όγκος των διμερών συναλλαγών αφορά κυρίως τους κλάδους της διύλισης και των θαλάσσιων μεταφορών. Δεν περιορίζεται, όμως, μόνον σε αυτούς. Παρότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει λάβει θέση κατά της αμερικανικής πρωτοβουλίας να αποχωρήσει από τη συμφωνία περιορισμού του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης, που επιτεύχθηκε στις 14 Ιουλίου 2015, η πάγια τακτική των ευρωπαϊκών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των ελληνικών, είναι η απόλυτη αποφυγή διεκπεραίωσης συναλλαγών. Ως εκ τούτου, αναμένεται να δημιουργηθεί de facto πρόβλημα στις διμερείς συναλλαγές.
Τρεις είναι οι βασικοί τομείς ενδιαφέροντος σε επίπεδο εθνικής οικονομίας. Οι εισαγωγές αργού πετρελαίου, η μεταφορά από και προς το Ιράν αργού και διυλισμένων προϊόντων από ελληνικών συμφερόντων δεξαμενόπλοια και οι εξαγωγές φαρμάκων. Αλλοι κλάδοι, όπως ο εισερχόμενος τουρισμός ή το εμπόριο τροφίμων, δείχνουν αφενός πολύ μικρότεροι σε μέγεθος συγκριτικά και αφετέρου ενδεχομένως να αποφύγουν την υπαγωγή τους σε κυρώσεις, λόγω του ανθρωπιστικού χαρακτήρα της δραστηριότητας και της σχετικής εξαίρεσης που παγίως είχε παρασχεθεί από τον ΟΗΕ. Σε κάθε περίπτωση, όμως, κινδυνεύουν να ναυαγήσουν επιχειρηματικά σχέδια που εκπονούνται εδώ και δύο χρόνια, και συγκεκριμένα από τον Φεβρουάριο του 2016 και μετά, οπότε μετά την άρση των κυρώσεων από τις αρχές εκείνου του χρόνου οι διμερείς οικονομικές σχέσεις προωθήθηκαν, και μάλιστα και κατά την επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στην Τεχεράνη, συνοδεία αποστολής Ελλήνων επιχειρηματιών.
Οσον αφορά το εισαγόμενο αργό πετρέλαιο, το ζήτημα αφορά κυρίως τα διυλιστήρια των ΕΛΠΕ, τα οποία χρησιμοποιούν ιρανικό αργό ως πρώτη ύλη. Τα ΕΛΠΕ εισάγουν από το Ιράν περίπου το 22% του αργού που χρειάζονται. Κύκλοι της επιχείρησης, όμως, εμφανίζονται καθησυχαστικοί λέγοντας ότι, όταν απαιτηθεί, αυτές οι προμήθειες θα υποκατασταθούν εύκολα από άλλους προμηθευτές. Συγκεκριμένα, εισαγωγές γίνονται, ούτως ή άλλως, και από χώρες όπως το Ιράκ, η Ρωσία και το Καζαχστάν, αλλά και από ιδιώτες προμηθευτές και χώρες όπως η Λιβύη ή η Αίγυπτος. Πολύ μικρότερη έως αμελητέα είναι η έκθεση της Μotor Oil στις ιρανικές εισαγωγές.
Τα ΕΛΠΕ πριν από την επιβολή κυρώσεων το 2012 εισήγαγαν ποσότητες από 10% έως και 25% των συνολικών τους προμηθειών ετησίως. Αυτές διακόπηκαν εντελώς μετά τις κυρώσεις, δημιουργώντας και το γνωστό πρόβλημα των οικονομικών απαιτήσεων του Ιράν, της τάξεως των 500 εκατ. δολαρίων, για ποσότητες που είχαν παραδοθεί στην Ελλάδα και δεν κατέστη δυνατόν να εξοφληθούν εξαιτίας του εμπάργκο. Το θέμα διευθετήθηκε μετά την άρση των κυρώσεων. Οι εισαγωγές επαναλήφθηκαν στις αρχές του 2016, οπότε και ήρθησαν οι κυρώσεις.
Κάποιες από τις πρώτες ποσότητες ιρανικού αργού που εξήχθησαν προς τη Δύση μεταφέρθηκαν με ελληνικών συμφερόντων δεξαμενόπλοια, στο πλαίσιο ναυλοσυμφώνων των ναυτιλιακών με μεγάλους πελάτες, όπως η Total. Ενδεικτικά αναφέρονται από έκθεση της VesselsValue εκείνης της περιόδου οι Dynacom Tankers, Delta Tankers, Polembros Shipping, Olympic Shipping & Management, New Shipping και Thenamaris. Σήμερα, όπως αναφέρεται στη διεθνή ναυτιλιακή επιθεώρηση Trade Winds, ενεργές στις θαλάσσιες μεταφορές αργού και πετρελαιοειδών από και προς Ιράν είναι και η StealthGas, με έξι πλοία μεταφοράς υγροποιημένου αερίου να έχουν πραγματοποιήσει 82 προσεγγίσεις το 2017, η Capital Product Partners με 12 προσεγγίσεις και η Safe Bulkers με 4. Τα περισσότερα εξ αυτών έχουν γίνει υπό καθεστώς ναύλωσης από μεγάλους ναυλωτές, όπως η γαλλική Total, η οποία είναι μακράν η πιο δραστήρια μεγάλη πετρελαϊκή στη χώρα. Ενας όχι αμελητέος αριθμός μικρότερων εταιρειών ελληνικών συμφερόντων έχει επίσης πραγματοποιήσει προσεγγίσεις στο Ιράν. Σε κάθε περίπτωση, η «Κ» πληροφορείται ότι, αν και εφόσον απαγορευθεί κάθε συναλλαγή που περιλαμβάνει προσέγγιση πλοίου ή άλλη σχέση (π.χ., μεταφορτώσεις) με το Ιράν, τα πλοία αυτά θα απορροφηθούν σχετικά εύκολα σε άλλες ρότες στις διεθνείς αγορές. Εξάλλου, αναμένεται άμεση αύξηση των εξαγωγών από τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία μόλις βγει το Ιράν από την αγορά, αναφέρουν χαρακτηριστικά. Ουδείς, πάντως, εμφανίζεται διατεθειμένος να φλερτάρει με την υπαγωγή του στη μαύρη λίστα των ΗΠΑ, συνεχίζοντας το εμπόριο με το Ιράν.
Αλλες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις που είχαν ενδιαφερθεί για την αγορά του Ιράν, όταν άνοιξε η αγορά το 2016, όπως ο όμιλος Βιοχάλκο, δεν προχώρησαν στην εκεί δραστηριοποίησή τους. Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι στις αρχές του 2016 τον πρωθυπουργό στη Τεχεράνη είχε συνοδεύσει αποστολή στελεχών από πολλές επιχειρήσεις. Μεταξύ άλλων, σύμφωνα με διαρροές από την κυβέρνηση: Alpha Grissin, ΔΕΠΑ, Ελλάκτωρ, Encode, Γαία Επιχειρείν, George Moundreas & Company, Aialma, ΕΛΠΕ, Ασπροφος, Intrakat, Prisma Domi, Intrasoft International, Mediterra Mastiha Shop, Metron Logistics, Medtainer, όμιλος Μυτιληναίου, ΜΕΤΚΑ, Μ&Μ Gas, Nanophos, Norma Hellas, Τράπεζα Πειραιώς, Profile Software, Salfo & Associates, Seasoft, Singular Logic, PCS, ΤΕΡΝΑ, Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών, Uni Pharma, Βιοχάλκο και Σωληνουργεία Κορίνθου.
Εξαγωγές φαρμάκων
Η Ελλάδα το 2016, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, κατέγραψε εξαγωγές 31.605.007 ευρώ, αυξημένες κατά 25,5% σε σχέση με το 2015. Αντιστοίχως, οι εισαγωγές από το Ιράν ανήλθαν στα 748 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 98,3% σε σχέση με το 2015. Η άνοδος αυτή οφείλεται στην αύξηση της εισαγωγής αργού πετρελαίου, η οποία το 2011 είχε οδηγήσει στο υψηλότερο επίπεδο εισαγωγών από το Ιράν των 2,78 δισ. ευρώ. Ετσι, η Ελλάδα εμφανίζεται να καταγράφει εξαγωγές προς το Ιράν αυξημένες, σύμφωνα με τον κοινοτικό μέσο όρο, μετά την άρση των κυρώσεων, αναφέρουν οι αρμόδιες υπηρεσίες του υπ. Εξωτερικών.
Η τάση αυτή εκτιμάται από πηγές της αγοράς ότι συνεχίστηκε και το 2017, χωρίς θεαματικές επιδόσεις. Το κύριο εξαγόμενο προϊόν της Ελλάδας στο Ιράν είναι τα φάρμακα, τα οποία όμως κατέγραψαν πτώση 78% το 2016 σε σχέση με το 2015. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στο γεγονός πως πολλές φαρμακευτικές εταιρείες από όλο τον κόσμο που εξάγουν φάρμακα στο Ιράν έχουν συγκροτήσει κοινοπραξίες με ιρανικές επιχειρήσεις.